Χριστουγεννιάτικα κάλαντα Πελοποννήσου
Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
για βγάτε, διέτε, μάθετε πως ο Χριστός γεννιέται.
Γεννιέται κι ανατρέφεται στο μέλι και στο γάλα.
Το μέλι τρών’ οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο το λούζονται οι κυράδες.
Κυρά καμαροτράχηλη, κυρά γαϊτανοφρύδα.
Κυρά μου, όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου,
κάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη
και τον καθάριο Αυγερινό τον κάνεις δαχτυλίδι.
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε,
μόνο σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε.
Δώστε μας τον κόκορα, δώστε μας και την κότα,
δώστε μας και πέντ’ έξι αυγά να πάμε σ’ άλλη πόρτα.
Εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραΐσει
και ο νοικοκύρης του σπιτιού πολλούς χρόνους να ζήσει.
Χριστουγεννιάτικα κάλαντα Κέρκυρας
Σήμερα Μάγοι έρχονται στη χώρα του Ηρώδη
και ο Ηρώδης ταραχθείς έγινε θηριώδης.
Κράζει τους Μάγους και ρωτά: «Μάγοι, πού θε να πάτε;».
«Εις Βηθλεέμ το σπήλαιον, την πόλιν την αγίαν
που εκεί γεννάει το Χριστό η Δέσποινα Μαρία».
Αγιοβασιλιάτικα κάλαντα Καππαδοκίας, Μυτιλήνης
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή του Γεναρίου.
Αρχή που βγήκεν ο Χριστός στη γη να περπατήσει.
Ερουρέμ, έρου τεριρέμ.
Περπάτησε, χαιρέτησε όλα τα ζευγαράκια
κι ο πρώτος ο χαιρετισμός ήταν Άγιος Βασίλης:
«Άγιε Βασίλη μ’, δέσποτα, πόσα σπυράκια σπέρνεις;».
«Σπέρνω σιτάρι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε,
έχω και ρόδι δεκαοχτώ κάτω στο περιβόλι.
Κι εκείνο μού το φάγανε περδίκια και λαγούδια».
Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει.