Αναμνήσεις του Καλοκαιριού

Το καλοκαίρι το πέρασα στην Κεφαλονιά, στον Καραβόμυλο, στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς μου. Συνάντησα ξανά τους φίλους του περσινού καλοκαιριού και παίζαμε τρελά παιχνίδια.

Παιχνίδια με τη θάλασσα, με τους αφρούς και το βυθό της. Ανοίγαμε τα χέρια μας και σχίζαμε τα νερά, βάζοντας στοιχήματα ποιος θα φτάσει πρώτος στην κίτρινη σημα-δούρα. Κάναμε μακροβούτια και πιάναμε κοχύλια και βότσαλα. τα κοχύλια τα βάζαμε στ’ αυτί μας και ακούγαμε τη βουή των κυμάτων. 

     Μια μέρα, ο Πέτρος βρήκε ένα μικρό αστερία. Η αδερφή μου η Μυρτώ, που έχει μεγάλη φαντασία, είπε «είναι ένα αστεράκι που ζήλεψε τη δροσιά της θάλασσας κι έκανε βουτιά από τον ουρανό». Η Σοφία πρότεινε να τον ξαναρίξουμε στο νερό για να βρει την παρέα του και σ’ αυτό συμφωνήσαμε όλοι.

Φέτος ο παππούς μού έμαθε να ψαρεύω με καλάμι. Τελικά, το ψάρεμα εν είναι τόσο εύκολο όσο νομίζετε. Πρέπει να φορέσεις το ψάθινο καπέλο σου, να βάλεις δολώματα στην πετονιά και να περιμένεις με τις ώρες. Γιατί το ψάρεμα θέλει υπομονή. Και μπορεί να μην πιάσεις κανένα ψάρι. Όταν όμως αρχίζεις να γεμίζεις το καλάθι σου με ψάρια η χαρά σου είναι απερίγραπτη.

Έμαθα να ξεχωρίζω τα ψάρια από τον τρόπο που τσιμπούσαν πριν καν τα τραβήξουμε έξω. Η τσιπούρα προσπαθεί να σε ξεγελάσει, τσιμπάει το αγκίστρι και ανασηκώνεται μαλακά η πετονιά. Νιώθεις ένα σκίρτημα στο νερό. Ο σπάρος γυρίζει γύρω γύρω από το δόλωμα και τσιμπάει ξαφνικά. Το κεφαλόπουλο, πάλι, ορμάει δυνατά και τραβάει απότομα πίσω.

Έμαθα να διαβάζω και τους αέρηδες. Κατά πού φυσάνε. Πώς σηκώνουν κύματα, πώς κάνουν τα φύλλα των δέντρων να τρέμουν και πώς ταξιδεύουν παρέα με τα πουλιά.

Έμαθα ακόμα πως τους φίλους του καλοκαιριού δεν τους ξεχνάς, γιατί βρίσκονται σε όλες τις ιστορίες που έχεις να πεις στους άλλους.

Πόσο όμορφο ήταν το καλοκαίρι που πέρασα!

Φώτης