Ο Πότης Ράτος ζούσε στα 1880 μαζί με τη γυναίκα του και τα παιδιά του κάπου στην Ελλάδα. Λαχταρούσε να κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο. Όχι στο παρελθόν, αλλά στο μέλλον. Και μάλιστα στο πολύ μακρινό. Μαζί με τον γιο του Σταύρο, τους φίλους και συμμαθητές του γιου του Bασιλική και Μιχάλη και τον Γάλλο συγγραφέα Ιούλιο Bερν αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν ένα ταξίδι στο διάστημα με τη βοήθεια του παράξενου φίλου τους, του Σοφούλη του Ψαλιδούλη, που πραγματοποιούσε στη στιγμή κάθε τους επιθυμία.
Μετά από μια μεγάλη περιήγηση, το διαστημόπλοιο τυλίχτηκε σ’ ένα γαλάζιο σύννεφο και μαζί με τους χρονοταξιδιώτες βρέθηκε σε χρόνο ρεκόρ από τη Σελήνη στον πλανήτη Άρη. Όμως αυτή τη φορά είχαν και παρέα. Στα μέλη προστέθηκε ο Μάρσμαν. Αυτός δεν ήταν καθόλου άγριος ούτε τρομακτικός. Μάλλον ήταν πολύ αστείος.
«Δε νομίζετε ότι είναι ώρα να εξερευνήσουμε τον νέο μας πλανήτη, τον Άρη; Υπάρχουν τόσα πράγματα που η ανθρωπότητα θα ήθελε να γνωρίσει γι’ αυτόν!» είπε ο Πότης Ράτος, που τον είχε κυριεύσει μια περίεργη ανυπομονησία να βγει έξω και να αιωρηθεί ή να περπατήσει στο κοκκινωπό έδαφος.
«Εξάλλου τώρα έχουμε και τον Μάρσμαν μαζί μας. Θα μας φανεί χρήσιμος, γιατί όλο και κάτι θα ξέρει για τον πλανήτη, αφού κατοικεί στον Άρη» απάντησε αμέσως η Bασιλική.
Μετά από λίγο το διαστημόπλοιο «ΦΟΥΨΑ» κάθισε μαλακά στο κοκκινωπό έδαφος του Άρη. Η πόρτα κάτω από την κοιλιά του σκάφους άνοιξε και μια αυτόματη ατσάλινη σκάλα έκανε την εμφάνισή της. Απ’ αυτήν κατέβηκαν οι πέντε φίλοι μας. Άρχισαν να περπατούν με μικρά αργά βήματα. Ακολουθούσαν τον Μάρσμαν, που έπαιζε τον ρόλο του ξεναγού.
Σε λίγο βρέθηκαν σε μια απέραντη κοιλάδα, μακριά από το σκάφος. Ήταν τελείως έρημη και στο βάθος διακρίνονταν κάτι περίεργοι στρογγυλοί βράχοι, με πολλές ανάγλυφες πτυχές ανάμεσά τους. Είχαν χρώμα βαθύ καστανό, που, καθώς το χτυπούσε το φως του ήλιου, έπαιρνε κοκκινωπές αποχρώσεις. Λευκοί καπνοί αναβλύζανε από κάτι άλλους χαμηλούς λόφους, ενώ το έδαφος έπαιρνε μια πρασινωπή χροιά.
Πουθενά δεν υπήρχε νερό ούτε κάποιο άλλο είδος βλάστησης. Οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή στον Αρειανό. Αλλά για να δούμε μια ερώτηση που έκανε ο Ιούλιος Βερν.
«Δε βλέπω να υπάρχει πουθενά νερό. Ή μήπως υπάρχει κάπου και δεν το βλέπουμε;» «Για κοιτάξτε εδώ μέσα, κύριε Βερν» είπε ο Μάρσμαν, και αμέσως η κοιλιά του μετατράπηκε σε έγχρωμη οθόνη. «Ο Άρης έχει κι αυτός δύο πόλους, οι οποίοι καλύπτονται με χιόνια και έχουν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Προς το παρόν δεν υπάρχει νερό. Όταν όμως σε περίπου πεντακόσια χρόνια από σήμερα η ατμόσφαιρα αραιώσει πάρα πολύ από διάφορους επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως η μόλυνση του περιβάλλοντος, τότε οι αχτίδες του ήλιου θα βρουν πέρασμα και θα θερμάνουν υπερβολικά τον Άρη. Κάτι τέτοιο έχει αρχίσει να συμβαίνει στη Γη τον εικοστό πρώτο αιώνα, αλλά ευτυχώς δεν έχει πάρει ακόμα διαστάσεις. Αιτία γι’ αυτό το φαινόμενο, που ονομάζεται “φαινόμενο του θερμοκηπίου”, είναι η τρύπα στο όζον της ατμόσφαιρας, που όλο μεγαλώνει. Με τις διάφορες καταστροφές που έχει κάνει ο άνθρωπος στο περιβάλλον, η ατμόσφαιρα της Γης βλάπτεται ανεπανόρθωτα. Όλοι οι πάγοι θα λιώσουν και θα μετατραπούν σε λίμνες, ποτάμια και βροχή. Αυτό όσο κακό φαντάζει για τη Γη, που θα πνιγεί με τα τόσα νερά, τόσο καλό θα είναι για τον Άρη. Έτσι, θα μπορούν οι κάτοικοι του Άρη να εκμεταλλευτούν τις ενεργειακές πηγές του πλανήτη».
Όταν ο Αρειανός έλεγε αυτά τα λόγια, μεγάλοι και παιδιά κοίταζαν με το στόμα ορθάνοιχτο την εικόνα του πλανήτη Άρη μέσα στην οθόνη, καθώς μετατρεπόταν σε πλανήτη που έμοιαζε όλο και περισσότερο με τη Γη.
Ρένα Πετροπούλου, Ο Σοφούλης ο Ψαλιδούλης και η απόδραση στο διάστημα, Eμπειρία Eκδοτική, Aθήνα, 2003